ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΚΟΠΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

Το κείμενο που ακολουθεί στόχο έχει να αποτυπώσει το όλο σκηνικό σχετικά με τις περικοπές των συντάξεων δίχως προκατάληψη και ιδεοληψία πολιτική ή κομματική, απλά επιδιώκει την ανάδειξη της αλήθειας και μόνο, ούτως ώστε να αντιληφθούν και να κατανοήσουν οι συνταξιούχοι της χώρας το παιχνίδι που παίχθηκε εις βάρος τους όλα αυτά τα χρόνια, από το πολιτικό προσωπικό που κυβέρνησε τη χώρα, ούτως ώστε εν όψει των επερχόμενων εκλογών να στοχασθούν, και να συλλογιστούν για να βρουν τη δύναμη να αντιδράσουν προς το δικό τους συμφέρον.

Όπως είναι ήδη γνωστό σε όλους μας προκειμένου να αντιμετωπισθεί η οξύτατη δημοσιονομική κρίση στις αρχές του 2010 που οδηγούσε στη κατάρρευση της οικονομίας και στη χρεοκοπία της χώρας, θεωρήθηκε ότι ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης ήταν η προσφυγή στη χρηματοδοτική υποστήριξη του  Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ.) και των κρατών της Ευρωζώνης. Έναντι αυτής της υποστήριξης ελήφθησαν μια σειρά μέτρων περιστολής των δημοσίων δαπανών μεταξύ των οποίων και η διενέργεια περικοπών και μειώσεων των συνταξιοδοτικών παροχών των συνταξιοδοτούμενων.

Οι περικοπές αυτές και μειώσεις ξεκίνησαν από τα επιδόματα εορτών και αδείας (άρθρο 3 παρ. 10-14 Ν. 3845/2010), συνεχίστηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα με την εισφορά αλληλεγγύης των συνταξιούχων στις κύριες συντάξεις (άρθρο 38 Ν. 3863/2010) την εν συνεχεία αναπροσαρμογή και τη συμπλήρωση της εισφοράς αυτής και την επέκταση της στην Επικουρική Ασφάλιση (άρθρο 44 παρ. 10-13 Ν. 3986/2011), καθώς και τις μειώσεις στις συντάξεις των κάτω των 55 ετών συνταξιούχων και στις κύριες και επικουρικές συντάξεις που υπερέβαιναν τα 1.200 ευρώ και 150 ευρώ αντίστοιχα (άρθρο 2 παρ 1-5 Ν. 4024/2011). Όλα τ΄ ανωτέρω μέτρα και οι περικοπές εντάσσονται στο πρώτο Μνημόνιο, ψηφίσθηκαν από την τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, θεωρήθηκαν όμως από το ΣτΕ με τις υπ΄ αριθ. 2287-2290/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας ότι δεν παραβιάζουν το Σύνταγμα  καθότι δεν έθιγαν το εγγυημένο από το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης των συνταξιούχων, εξάλλου οι περικοπές αυτές που θεσπίσθηκαν δεν αντίκεινται στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.

Κατά το έτος 2012 εγκρίθηκε προς εφαρμογή το δεύτερο Μνημόνιο Συνεννόησης (Ν. 4046/2012) από τη κυβέρνηση συνεργασίας Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ δυνάμει του οποίου ακολούθησαν δύο νομοθετήματα με αντικείμενο την περαιτέρω μετά τις προαναφερόμενες διαδοχικές περικοπές περιστολή των κύριων και επικουρικών συντάξεων. Ειδικότερα με το άρθρο 6 του Ν. 4051/2012 μειώθηκαν αναδρομικά από 01/01/2012 κατά 12% το μήνα οι κύριες συντάξεις που υπερέβαιναν το ποσό των 1.300 ευρώ και οι επικουρικές με κλιμάκωση (10%, 15%, 20%) αναλόγως του ύψους αυτών και με κατοχύρωση κατωτάτου ορίου αυτών του ποσού των 200 ευρώ. Εν συνεχεία με το Ν. 4093/2012 μειώθηκαν εκ νέου σε ποσοστό 5% έως και 20% οι από οποιαδήποτε πηγή και αιτία συντάξεις που υπερέβαιναν αθροιστικά τα 1.000 ευρώ, αφετέρου καταργήθηκαν πλέον για όλους τους συνταξιούχους τα επιδόματα και δώρα Χριστουγέννων – Πάσχα και αδείας. Επί πλέον δημιουργήθηκε σοβαρό πρόβλημα βιωσιμότητας των Ασφαλιστικών Οργανισμών εξ αιτίας της μείωσης της αξίας των διαθεσίμων κεφαλαίων τους που έλαβε χώρα μέσω του PSI (N. 4050/2012), δηλαδή του κουρέματος των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που υποχρεωνόντουσαν με νομοθετική ρύθμιση να κατέχουν οι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί, αφού πιο πριν τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου είχαν χαρακτηρισθεί από τους διεθνείς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης ως “αδιαβάθμητα επενδυτικά προϊόντα  – σκουπίδια  – junk”.

Επειδή οι τελευταίες ως άνω διατάξεις ψηφίστηκαν όταν είχε πλέον παρέλθει διετία από τον πρώτο αιφνιδιασμό της οικονομικής κρίσης και αφού εν τω μεταξύ είχαν ληφθεί τα βασικά μέτρα για την αντιμετώπισή της, θα έπρεπε ο νομοθέτης πριν από την επιχειρηθείσα με τις διατάξεις αυτές νέα για πολλοστή φορά περικοπή συνταξιοδοτικών παροχών της ίδιας ομάδας θιγομένων, να μελετήσει και να αποφανθεί αιτιολογημένα για την αναγκαιότητα τους, εξετάζοντας την ύπαρξη τυχόν εναλλακτικών επιλογών και εφόσον επέλεγε να προβεί στις συγκεκριμένες περικοπές συντάξεων, όφειλε προηγουμένως να εξετάσει με τρόπο επιστημονικό και δικαστικά ελέγξιμο αν οι επιπτώσεις των περικοπών αυτών στο βιοτικό επίπεδο των θιγόμενων, αθροιζόμενες με τις επιπτώσεις από τα ήδη ληφθέντα γενικά μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, οδηγούν σε ανεπίτρεπτη μείωση του επιπέδου ζωής των συνταξιούχων κάτω του ορίου εκείνου που συνιστά τον πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού τους δικαιώματος. Πλην όμως τέτοια μελέτη δεν έλαβε χώρα από την τότε κυβέρνηση της χώρας.

Κατόπιν τούτων οι ανωτέρω διατάξεις των νόμων 4051 και 4093/2021 διαγνώσθηκαν ως αντισυνταγματικές με τις υπ΄ αριθ. 2287-2290/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ και επομένως προέκυψε υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των συνταξιοδοτικών παροχών που περικόπηκαν. Εν όψει των δεδομένων αυτών το Ανώτατο Δικαστήριο μετά τη στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος (οξυμένη δημοσιονομική κρίση, ταμειακή δυσχέρεια της χώρας) όρισε ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων θα επέρχονταν μετά τη δημοσίευση των σχετικών αποφάσεων του ΣτΕ (2287 – 2288/2015) η οποία έλαβε χώρα στις 10/06/2015. Κατά συνέπεια έκρινε ότι για όλους όσους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα μέχρι το χρόνο δημοσίευσης των άνω αποφάσεων, η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα, ενώ δεν θα μπορούσε να γίνει επίκληση αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων συνταξιούχων για το προγενέστερο χρονικό διάστημα του χρονικού σημείου της δημοσίευσης των ανωτέρω αποφάσεων (10/6/2015).

Εν συνεχεία μετά από τις νέες δεσμεύσεις που ανέλαβε η Ελληνική Πολιτεία (κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) με τους νόμους 4334/2015 (Επείγουσες ρυθμίσεις για τη διαπραγμάτευσή και σύναψη συμφωνίας με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης – Ε.Μ.Σ.) και τον Ν.  4336/2015 (Συνταξιοδοτικές διατάξεις – Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης), στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας θεσπίσθηκε ο Ν. 4387/2016 (Ενιαίο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης – Μεταρρύθμιση ασφαλιστικού συνταξιοδοτικού συστήματος  κ.λ.π.) ο οποίος άρχισε να ισχύει από τη δημοσίευση του  στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (12/05/2016). Η μεταρρύθμιση συνίστατο στη λήψη μέτρων για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Ειδικότερα μεταξύ άλλων όπως αναφέρεται και στην υπ΄ αριθ. 1891/2019 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ μεταβλήθηκε εκ βάθρων το σύστημα υπολογισμού των συντάξεων των ασφαλισμένων στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων (ασφαλώς προς το χειρότερο), περιλαμβανομένων και όσων ήδη έλαβαν σύνταξη πριν από την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου (παλαιών συνταξιούχων). Συγκεκριμένα στο πλαίσιο του νέου αυτού ασφαλιστικού συστήματος, ιδρύθηκε ενιαίος φορέας απονομής των κυρίων συντάξεων, ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) στον οποίο εντάσσονται αυτοδίκαια οι υφιστάμενοι φορείς κύριας κοινωνικής ασφάλισης και θεσπίσθηκαν ενιαίοι κανόνες για τον υπολογισμό των συνταξιοδοτικών παροχών, οι οποίες για τους μελλοντικούς συνταξιούχους θα είναι κατά κανόνα μικρότερες από τις καταβαλλόμενες του προγενέστερου ασφαλιστικού συστήματος. Στο πλαίσιο του Ν. 4387/2016 οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού επαναϋπολογίζονται και διαμορφώνονται κι ΄ αυτές όπως και οι μελλοντικές ως άθροισμα εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης. Από 1/1/2019 εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από το επαναϋπολογισμό τους, το επί πλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά συμψηφιζόμενο κατ΄ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψη του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων. Εάν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον επαναϋπολογισμό τότε αυτό προσαυξάνεται κατά 1/5 της διαφοράς σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε ετών από την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.

Ακολούθως με την απόφαση 1891/2019 της Ολομέλειας του ΣτΕ κρίθηκε ότι δεν κωλύεται ο νομοθέτης από τις υπ΄ αριθ. 2287-2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ με τις οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές και αντίθετες με το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. οι επίμαχες περικοπές των νόμων 4051 και 4093/2012, να προβεί σε νέες ρυθμίσεις ως προς το ύψος των συντάξεων ή ακόμη και να επαναθεσπίσει τις κριθείσες ως παράνομες, κατά τα ανωτέρω, περικοπές, εφόσον ελάμβανε υπόψη τα κριτήρια  και ικανοποιούσε τις απαιτήσεις που έθεσε με τις ανωτέρω αποφάσεις του το ανώτατο ακυρωτικό Δικαστήριο, είτε, ακόμη να προβεί στη θέσπιση νέου ασφαλιστικού συστήματος. Επίσης, κρίθηκε ότι είναι θεμιτή η επιλογή του νομοθέτη να προβεί στο πλαίσιο του νέου ασφαλιστικού συστήματος και ίδρυσης ενιαίου φορέα απονομής κυρίων συνταξιοδοτικών παροχών που εφαρμόζει ενιαίους κανόνες ως προς τον τρόπο υπολογισμού των απονεμομένων στο σύνολο του πληθυσμού συντάξεων, σε επαναϋολογισμό των ήδη καταβαλλομένων κατά τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 συντάξεων. Με την ίδια απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ κρίθηκε συμβατή με το Σύνταγμα και αιτιολογημένη η επιλογή του νομοθέτη στο πλαίσιο του επανυπολογισμού των συντάξεων, να ορίσει το ύψος των συντάξεων ότι θα ανέρχεται εκεί που διαμορφώθηκαν αυτές στις 31/12/2014, δηλαδή μετά από τις περικοπές των ν. 4051 και 4093/2012, οι οποίες είχαν κριθεί αντισυνταγματικές με τις προαναφερθείσες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Και τούτο αφενός μεν λόγω της ουσιαστικής συνεισφοράς της εν λόγω νομοθετικής επιλογής στη συγκράτηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης και κατ΄ επέκταση στη διατήρηση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος και αφετέρου για να επωμισθούν και οι παλαιοί συνταξιούχοι μαζί με τους νέους συνταξιούχους το βάρος της επιχειρούμενης μεταρρύθμισης για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης. Ειδικότερα με την 1891/2019  απόφαση της Ολομέλειας του εν λόγω Δικαστηρίου έγινε δεκτό ότι η ανωτέρω ρύθμιση η οποία ισοδυναμούσε με την εκ νέου υιοθέτηση με τον ν. 4387/2016 των περικοπών, οι οποίες είχαν κριθεί αντισυνταγματικές με τις αποφάσεις 2287-2288/2015, ήταν συνταγματικώς θεμιτή και η θέσπισή της δικαιολογημένη στο πλαίσιο της συνολικής μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης που επήλθε με τον ν. 4387/2016 και επομένως από τη δημοσίευση του νόμου αυτού (12/05/2016) και εφεξής οι ίδιες  περικοπές των ν. 4051 και 4093/2012 που κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές με τις 2287 και 2288/2015 αποφάσεις του ΣτΕ, είναι πλέον νόμιμες και διαρκείς.

Περαιτέρω ωστόσο με τις υπ΄  αριθ. 1889 και 1890/2019 αποφάσεις του ΣτΕ κρίθηκε ότι οι διατάξεις του Ν. 4387/2016 οι σχετικές με τον καθορισμό των παροχών του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π και την αναπροσαρμογή των υπ΄ αυτού καταβαλλομένων συντάξεων αντίκεινται στο Σύνταγμα λόγω έλλειψης οποιασδήποτε αναλογιστικής μελέτης η οποία να προκύπτει ότι είχε εκπονηθεί πριν από τη ψήφιση του νόμου και να τεκμηριώνει τη βιωσιμότητα του κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.

Στη συνέχεια δημοσιεύθηκε από τη παρούσα κυβέρνηση της ΝΔ ο Ν. 4670/2020 «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση και ψηφιακός μετασχηματισμός Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e – Ε.Φ.Κ.Α.) με το άρθρο 25 του οποίου τροποποιείται το άρθρο 14 του Ν. 4387/2016 επιδιώκοντας τη συμμόρφωση με την υπ΄ αριθ. 1891/2019 απόφαση του ΣτΕ, τουτέστιν υπολογίζονται εκ νέου τα ποσοστά αναπλήρωσης, οπότε προκύπτει μία σχετική αύξηση στην ανταποδοτική κύρια και επικουρική σύνταξη, διατηρώντας παράλληλα τη καθιερωθείσα με τον Ν. 4387/2016 προσωπική διαφορά των παλιών συνταξιούχων.

Κατόπιν δημοσιεύθηκε η υπ΄ αριθ. 1439/2020 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία έγινε δεκτό ότι με τις υπ΄ αριθ. 2287 και 2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ κρίθηκε ότι οι διατάξεις των νόμων 4051 και 4093/2012 με τις οποίες θεσπίστηκαν περικοπές στις συνταξιοδοτικές παροχές συνταξιούχων αντίκεινται στο Σύνταγμα και στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. και ότι είναι ως εκ τούτου ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες. Με την ίδια όμως απόφαση (1439/2020) κρίθηκε περαιτέρω ότι η διαγνωσθείσα με τις ανωτέρω αποφάσεις του έτους 2015 ουσιαστική αντισυνταγματικότητα των ανωτέρω διατάξεων δεν θεραπεύτηκε με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 εδ α του ν. 4387/2016, υπό την έννοια ότι οι εν λόγω περικοπές για τους ήδη κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού συνταξιούχους (παλαιούς συνταξιούχους), ισχύει από τη δημοσίευση του ως άνω νόμου και εφεξής, δηλαδή από 12/5/2016 και όχι αναδρομικώς, ότι δεν ανατρέχει δηλαδή στο χρόνο θέσπισης των εν λόγω περικοπών (1/1/2012). Συνεπώς οι περικοπές που επιβλήθηκαν για το χρονικό διάστημα από 11/6/2015 έως 11/5/2016 κατ΄ εφαρμογή των νόμων 4051 και 4093/2012 δεν είναι νόμιμες και ως προς τα αποτελέσματα της αντισυνταγματικότητας αυτής ισχύουν τα κριθέντα με τις αποφάσεις 2287 και 2288/2015 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Τέλος κατόπιν των ανωτέρω με το άρθρο 114 του ν. 4714/2020, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 34 του ν. 4734/2020 «Ποσά που αντιστοιχούν σε περικοπές και μειώσεις κύριων συντάξεων συνταξιούχων  του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες επιβλήθηκαν κατ΄ εφαρμογή των νόμων 4051 και 4093/2012 και αφορούν το χρονικό διάστημα από 11/6/2015 και μέχρι τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 καταβάλλονται άτοκα στους δικαιούχους.

Από την όλη περιγραφή του ιστορικού των περικοπών των συντάξεων των συνταξιούχων και τη μελέτη των ψηφισθέντων νόμων αλλά και την έκδοση των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας καθίσταται ολοφάνερη η σύμπλευση και συμπόρευση της δικαστικής εξουσίας με την εκτελεστική καθώς και η προσπάθεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της χώρας να λειάνει και να δικαιολογήσει τους νόμους που ψήφισε το πολιτικό σύστημα που κυβέρνησε τη χώρα από το 2010 μέχρι σήμερα.

Ειδικότερα με τις υπ΄ αριθ. 2287 και 2288/2015 αποφάσεις του, το Συμβούλιο Επικρατείας ενώ κρίνει ως αντισυνταγματικές τις περικοπές που επιβλήθηκαν με τους νόμους 4051 και 4093/2012 και επομένως προκύπτει υποχρέωση της Πολιτείας να συμμορφωθεί με αναδρομική καταβολή των περικοπών, συμπλέοντας όμως κατά κάποιο τρόπο με την νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, όρισε ότι οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων θα επέρχονταν μετά τη δημοσίευση των άνω αποφάσεων του, η οποία έλαβε χώρα στις 10/6/2015.  Έτσι όμως στερεί από το μεγαλύτερο ποσοστό των συνταξιούχων που δεν άσκησαν ένδικα μέσα (δεδομένου ότι προς αυτή τη κατεύθυνση παρακινούνταν από τους πολιτικούς της χώρας), το δικαίωμα να διεκδικήσουν τις κριθείσες ως αντισυνταγματικές τις περικοπές που έγιναν με τους νόμους 4051 και 4093/2012 από την ημερομηνία που έλαβαν χώρα δηλαδή την 1/1/2012, μεταθέτοντας τον χρόνο αυτό στο χρόνο δημοσίευσης των ανωτέρω αποφάσεων (10/6/2015) επικαλούμενο το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας.

Για δεύτερη φορά το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο με την υπ΄ αριθ. 1891/2019 απόφαση της Ολομέλειας του συμπλέει με την νομοθετική και εκτελεστική εξουσία υιοθετώντας και νομιμοποιώντας τον επαναϋπολογισμό των συντάξεων που έγινε από τον Ν. 4387/2016 ο οποίος περιόρισε  δραστικά και προς το χειρότερο κύριες και επικουρικές συντάξεις, καθιέρωσε τη προσωπική διαφορά, μία πολύ οδυνηρή διάταξη που σήμερα γίνεται αντιληπτή από χιλιάδες συνταξιούχους από τους οποίους στερεί εισοδήματα της πενιχρής αύξησης (7,75%) επί των κύριων συντάξεων και επί πλέον αναγνωρίζει τη μείωση των συντάξεων που έγιναν λόγω των ανωτέρω αναφερομένων περικοπών με τους νόμους 4051 και 4093/2012 ως διαρκείς, δηλαδή μας στερεί το δικαίωμα να διεκδικήσουμε την επαναφορά των συντάξεων μας στην πρότερη κατάσταση.

Ο πρωθυπουργός της χώρας μας, είχε αναγγείλει ότι η 20η Αυγούστου 2022 είναι η μέρα εξόδου της χώρας από την ενισχυμένη εποπτεία, αναφέροντας ότι είναι μια ιστορική μέρα για την Ελλάδα και τους Έλληνες, είπε χαρακτηριστικά «Η σημερινή εξέλιξη σηματοδοτεί το τέλος των μνημονίων και όσων άλλων επιβλήθηκαν στο όνομα τους, δυσβάστακτοι φόροι και περικοπές μισθών και συντάξεων». Έκτοτε όμως έξι (6) μήνες μετά όχι μόνο δεν καλυτέρευσε το βιοτικό επίπεδο του λαού και των συνταξιούχων, τουναντίον αυτό βαίνει προς το χειρότερο.

 Η αύξηση των 7,75% που δόθηκε στους συνταξιούχους μετά από δέκα τρία (13) χρόνια αφενός υπολείπεται του τρέχοντος πληθωρισμού (10%) κι αφετέρου αφορά μόνο τις κύριες συντάξεις και όχι τις επικουρικές. Συγχρόνως εξαιρέθηκαν από την αναιμική αυτή αύξηση 910.000 συνταξιούχοι λόγω της προσωπικής τους διαφοράς και άλλοι 320.000 συνταξιούχοι που πήραν κουτσουρεμένες αυξήσεις. Από το 2017 που θεσπίστηκε αυτή η κατάπτυστη διάταξη της προσωπικής διαφοράς του ν. 4387/2016 είναι η πρώτη φορά που μία κυβέρνηση επέλεξε να κάνει πρακτική εφαρμογή της. Και για να γίνει αντιληπτή η απώλεια για ένα συνταξιούχο με προσωπική διαφορά, με κύρια σύνταξη 1.000 ευρώ, χάνει το χρόνο από την αύξηση (7,75%), που δεν έλαβε, διότι την συμψήφισαν με τη προσωπική του διαφορά, το ποσό των 930 ευρώ (1.000Χ7,75%=77,50Χ12=930). Για να αντισταθμίσει την απώλεια αυτή των συνταξιούχων έρχεται η φιλεύσπλαχνη κυβέρνηση και διαφημίζει το επερχόμενο βοήθημα των 200-300 ευρώ για τους έχοντες προσωπική διαφορά, το οποίο είναι ένα επίδομα που προσπαθεί να κουκουλώσει το πρόβλημα αντί να το λύσει.

Εν όψει των επερχόμενων εκλογών, επιδόματα και κουπόνια μοιράζει η κυβέρνηση, εφαρμόζοντας την ίδια πολιτική με τον ΣΥΡΙΖΑ, οι υποσχέσεις αμφοτέρων γενικές και αόριστες, καμία εξειδίκευση για τα προβλήματα που ταλανίζουν τους συνταξιούχους και εν γένει την κοινωνία. Η πολιτική των επιδομάτων δηλαδή των ψιχίων με τα οποία η κυβέρνηση προσπαθεί να εξαπατήσει το λαό, φαίνεται να αποδίδει δημοσκοπικά, σε λίγο καιρό θα φανεί αν αποδίδει και ψηφοθηρικά. Επιδόματα σημαίνει ταπείνωση, εξευτελισμός, υποβάθμιση, το αντίδοτο είναι η εναπομείνασα αξιοπρέπεια μας, το τελευταίο οχυρό της ανθρώπινης ύπαρξης, ας το αξιοποιήσουμε και να αντιδράσουμε σ΄ αυτή τη τεράστια κοροϊδία, αν δεν μπορούμε να το αντιληφθούμε αυτό τότε είμαστε άξιοι της μοίρας μας.

Στις 23/11/2022 το Κ.Κ.Ε. κατέθεσε τροπολογία στη Βουλή στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Υγείας «Ολοκληρωμένο Σύστημα Παροχής Ανακουφιστικής Φροντίδας …..) για την επαναφορά του 13ου και 14ου  μισθού και σύνταξης (Δώρο Χριστουγέννων και Πάσχα και το Επίδομα Αδείας), την καταψήφισαν όμως Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ, αποκαλύπτοντας τις πραγματικές τους προθέσεις.

Οι συνταξιούχοι είναι μία πολυάριθμη πλην όμως ευαίσθητη κοινωνική ομάδα, ως εκ τούτου θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από τη Πολιτεία και τα κόμματα με σοβαρότητα και με τον ανάλογο σεβασμό, κάτι που μέχρι σήμερα δεν το έχουμε αντιληφθεί από το πολιτικό προσωπικό της χώρας που κυβέρνησε από το 2010 μέχρι σήμερα. Ας το καταλάβουν δεν ζητούμε ελεημοσύνη, ούτε χάρες, ούτε επιδόματα, διεκδικούμε αυτά που μας αφήρεσαν βιαίως και θα τα επανακτήσουμε υποχρεώνοντας τους να αποδεχθούν τα αιτήματα μας, με συνεχείς και ακατάπαυστες κινητοποιήσεις με τις Συνταξιουχικές Οργανώσεις, που μερικά απ΄ αυτά είναι:

  • Αυξήσεις σε όλες τις συντάξεις στο ύψος του πληθωρισμού κύριες και επικουρικές.
  • Τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων κατ΄ έτος.
  • Κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.
  • Καταβολή 13ης και 14ης σύνταξης και όχι επιδόματα.
  • Καταβολή αναδρομικών σε όλους τους συνταξιούχους χωρίς δικαστικές αποφάσεις.

Συμεών Τομπουλίδης

(αντ/δρος ΣΣΔΠΘ)

Scroll to Top