ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ

 Ως σύλλογος συνταξιούχων δικηγόρων αλλά και ως πολίτες αυτής της χώρας, στην οποία κατά το Σύνταγμα «θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία» , εκφράζουμε την  αντίθεσή μας  στο νομοσχέδιο  για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια (Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου –Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων), με το οποίο παραβιάζονται ρητές διατάξεις του Συντάγματός μας και συγκεκριμένα οι διατάξεις που προβλέπουν ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν  νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση (άρθρο 16 παρ.5), η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται (άρθρο16 παρ. 8) και  οι καθηγητές  των ανωτάτων  ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί (άρθρο 16 παρ. 6).  Οι διατάξεις αυτές  είναι σαφείς, επιτακτικές  και απόλυτες. Ως δικηγόροι, οφείλουμε να προασπιζόμαστε το Σύνταγμα της χώρας μας και τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνει, να υπερασπιζόμαστε τις διατάξεις που είναι  ανεπίδεκτες αναθεώρησης, όπως η διάταξη ότι  όλοι οι Έλληνες είναι   ίσοι απέναντι στο νόμο, να προτείνουμε την αναθεώρηση των συνταγματικών διατάξεων, με τη διαδικασία που στο ίδιο το Σύνταγμα  ρητά προβλέπεται, όταν η κοινωνία  επιδιώκει και αποδέχεται  αυτές τις αλλαγές και να ερμηνεύουμε τις διατάξεις του, με τους νομικούς ερμηνευτικούς κανόνες που γνωρίζουμε,  όταν υπάρχει αμφιβολία ως προς την έννοιά τους.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η γραμματική διατύπωση των διατάξεων του άρθρου 16, από την οποία ξεκινάμε για την ερμηνεία ενός κανόνα δικαίου,  δεν γεννάει καμία αμφιβολία για την έννοιά τους. Η παροχή υπηρεσιών ανωτάτης εκπαίδευσης  επιτρέπεται μόνο από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με καθηγητές που είναι δημόσιοι λειτουργοί. Η πάγια νομολογία του ΣτΕ είναι σύμφωνη και θεωρητικός αντίλογος δεν υπήρχε μέχρι σήμερα. Το νομοσχέδιο προβλέπει την παροχή υπηρεσιών ανωτάτης εκπαίδευσης  από νομικά πρόσωπα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης , τα οποία προφανώς, δεν θα είναι ν.π.δ.δ. ,θα είναι ν.π.ι.δ. και η λειτουργία τους θα διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο με υποχρέωση τήρησης κάποιων δεσμεύσεων δημοσίου δικαίου. Η διάταξη αυτή δεν είναι συμβατή με το Σύνταγμα, αντιβαίνει στο γράμμα του Συντάγματος, το παραβιάζει ευθέως, εφ’ όσον κατά το Σύνταγμα η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ν.π.δ.δ.

Περαιτέρω, το άρθρο 16 δεν παραβιάζει ευρωενωσιακές διατάξεις. Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με το άρθρο 6 εδ. ε της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ): «Η Ένωση έχει αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις για να υποστηρίζει, να συντονίζει ή να συμπληρώνει την δράση των κρατών μελών. Οι εν λόγω τομείς δράσης είναι …ε) η  παιδεία …..». Επίσης, με το άρθρο 165 της ΣΛΕΕ η Ένωση αναγνωρίζει «…πλήρως την αρμοδιότητα των κρατών μελών για το περιεχόμενο της διδασκαλίας και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς και την πολιτιστική και γλωσσική τους πολυμορφία». Αυτές οι ειδικές διατάξεις νομιμοποιούν πλήρως την ύπαρξη του άρθρου 16 και, ως ειδικές, κατισχύουν της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών που προβλέπονται στη Συνθήκη. Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι η ανώτατη εκπαίδευση ανήκει στην αρμοδιότητα κάθε κράτους –μέλους, (κατά την άσκηση της οποίας θα πρέπει να τηρούνται η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η αρχή της αναλογικότητας)και η Ένωση έχει μόνο βοηθητικές αρμοδιότητες. Ο τομέας της ανώτατης παιδείας ανήκει αποκλειστικά στα κράτη – μέλη, δεν υπάρχουν κανόνες του ευρωενωσιακού δικαίου για την ανώτατη παιδεία και η Ένωση έχει αρμοδιότητα μόνο στον τομέα της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Ακόμη και κατά την υπογραφή της Γενικής Συμφωνίας για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (General agreement on trade in services-GATS), η χώρα μας διατύπωσε επιφύλαξη σχετική με τους εκπαιδευτικούς θεσμούς που παρέχουν αναγνωρισμένα από το κράτος πτυχία (unbound for education institutions granting recognized State diplomas). H άποψη δε ότι το Σύνταγμά μας πρέπει να ερμηνεύεται με βάση την Ευρωενωσιακή συνθήκη δεν γίνεται αποδεκτή από όλους τους θεωρητικούς του δικαίου ως επιφέρουσα ρήγμα στο επιστημολογικό μας θεμέλιο και ευρισκόμενη εκτός των νομικών ερμηνευτικών κανόνων που γνωρίζουμε και χρησιμοποιούμε. Ούτως ή άλλως όμως, και μια τέτοια ερμηνεία έχει ως όριο την γραμματική διατύπωση. («Ερμηνεία διάταξης του Συντάγματος, σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο, που αλλοιώνει το περιεχόμενο διάταξης του Συντάγματος, δεν είναι ερμηνεία, είναι καταστρατήγηση» Δ. Βερβεσός, 20.2.24, ΔΣΑ ημερίδα για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια).Δεν πρέπει δε να ξεχνάμε, ότι το νομοσχέδιο προβλέπει την παροχή υπηρεσιών ανωτάτης εκπαίδευσης από παραρτήματα αλλοδαπών ιδιωτικών πανεπιστημίων, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης, και όχι μόνο ευρωπαϊκών.

Με βάση λοιπόν όλα τα ανωτέρω, προκύπτει ότι βασική προϋπόθεση,   προκειμένου να γίνει νόμος του κράτους το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι να προηγηθεί η αναθεώρηση  των διατάξεων του άρθρου 16. Η ασφάλεια του Δικαίου, το ίδιο το Κράτος Δικαίου, το επιτάσσουν. «Διαφορετική προσέγγιση θα επιφέρει ρήγμα στην επιστημονική δομή της νομικής ερμηνευτικής καθώς και στο θεμελιώδες πολιτικό συμβόλαιο που από το Γενάρη του έτους 1822 εξασφαλίζει τη συγκρότηση της πολιτικής κοινότητας και τη νομιμότητα της άσκησης της εξουσίας»(Ιφιγένεια Καμτσίδου, α. καθηγήτρια νομικής σχολής ΑΠΘ, 20.2.2024 ΔΣΑ ημερίδα για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια).

Το άρθρο 16 ισχύει στη χώρα μας από το έτος 1975 και δεν έχει αναθεωρηθεί ως σήμερα, παρά το γεγονός ότι έχουν γίνει 4 συνταγματικές αναθεωρήσεις από τότε.  Αυτό καταδεικνύει ότι δεν κρίθηκε αναγκαία η αναθεώρησή του. Η Δημόσια εκπαίδευση διασφαλίζει την ισότιμη αξιοκρατική πρόσβαση στο κοινωνικό αγαθό της παιδείας, ανεξάρτητα από τις οικονομικές δυνατότητες ενός εκάστου. Το Σύνταγμά μας εξασφαλίζει την ανεξαρτησία των καθηγητών των δημόσιων ΑΕΙ και έτσι προφυλάσσει και εγγυάται την ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και τη διδασκαλία. Το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των δημοκρατικών αξιών, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, την προστασία του δικαιώματος στην γνώση και την μάθηση.

Με το νομοσχέδιο καταργείται ο ενιαίος τρόπος εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευσηεφ’ όσον  στα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα εισάγονται  με λιγότερα μόρια ή και χωρίς καθόλου εξετάσεις,(όσοι είναι κάτοχοι  συγκεκριμένου απολυτηρίου (Ι.Β.) κατόπιν διαγωνισμού για τον οποίο καταβάλλονται εξέταστρα ).Συνεπώς ευνοούνται όσοι έχουν χρήματα για  να καταβάλουν τα δίδακτρα ενός ιδιωτικού πανεπιστημίου. Επίσης, η ακαδημαϊκή ελευθερία δεν διασφαλίζεται, αφού οι καθηγητές θα είναι υπάλληλοι του ν.π.ι.δ., θα υπόκεινται στο διευθυντικό δικαίωμα των διευθυντών του ν.π.ι.δ. και η διδασκαλία, το περιεχόμενό της και η έρευνα εγκλωβίζονται στη θέληση κάθε εργοδότη και θα καθορίζονται από αυτόν. Παράλληλα, το νομοσχέδιο θέτει ως μοναδικό  ακαδημαϊκό προσόν την κατοχή διδακτορικού τίτλου μόνο από το 80% του προσωπικού των παραρτημάτων που θα εγκατασταθούν, ενώ είναι γνωστά τα ακαδημαϊκά προσόντα που απαιτούνται για την εκλογή ή ανέλιξη ενός μέλους ΔΕΠ στα Ελληνικά Πανεπιστήμια.  Αυτό από μόνο του προϊδεάζει την ποιότητα της ανώτατης εκπαίδευσης που θα προσφέρουν αυτά τα παραρτήματα. Δεν προβλέπεται λοιπόν, κανένα εχέγγυο για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου σπουδών.

Η δημόσια εκπαίδευση είναι θεμέλιο κάθε πολιτισμένου και προοδευτικού  κοινωνικού Κράτους, άρρηκτα δεμένη με τη δημοκρατία. Ένα Δημόσιο, δωρεάν Πανεπιστήμιο, με επαρκή χρηματοδότηση από το κράτος, που προάγει την γνώση και την έρευνα, με ακαδημαϊκή ελευθερία, με κατοχύρωση του ενιαίου τρόπου εισαγωγής σε αυτό για όλους, εγγυάται υψηλό επίπεδο σπουδών και αποτελεί δημοκρατικό καταπίστευμα για τις επόμενες γενιές.

Το Διοικητικό Συμβούλιο

Scroll to Top